
Φρούριο Καβάλας
Το Φρούριο της Καβάλας δεσπόζει στη κορυφή της χερσονήσου της Παναγίας και μαζί με τις Καμάρες αποτελούν το σήμα κατατεθέν της Καβάλας. Είναι κτισμένο στα ερείπια της αρχαίας ακροπόλεως και έχει δεχθεί αλλεπάλληλες ανακατασκευές και επεμβάσεις στην οχύρωσή του από τους Βυζαντινούς, τους Ενετούς και τους Οθωμανούς πριν πάρει τη τελική μορφή του το 1425.
Ιστορία
Το αρχαίο όνομα της Καβάλας ήταν Νεάπολις αλλά οι Βυζαντινοί την μετονόμασαν σε Χριστούπολη κάποια στιγμή πριν τον 8ο αιώνα. Η πόλη ήταν οχυρωμένη από τον 5ο αιώνα π.Χ. με αμυντικό περίβολο που περίκλειε την πόλη από όλες τις πλευρές. Εκτενείς επεμβάσεις και επισκευές των τειχών πραγματοποιήθηκαν μετά τη Ρωμαϊκή περίοδο από τον Ιουλιανό (361-363) και κατόπιν επί Ιουστινιανού τον 6ο αιώνα. Το 926 πραγματοποιήθηκαν εργασίες ανοικοδόμησης των τειχών από τον Βασίλειο Κλάδωνα, στρατηγό του θέματος Στρυμόνος. Η τελευταία φάση ενίσχυσης του τείχους έγινε από τους Βυζαντινούς το 1307, όταν αυτοκράτορας ήταν ο Ανδρόνικος Β’ Παλαιολόγος με σκοπό τη προστασία της πόλης από τη Καταλανική Εταιρεία που είχε αποπειραθεί να καταλάβει τη πόλη. Την περίοδο 1321-28, η Χριστούπολη ήταν το επίκεντρο εμφύλιας διαμάχης ανάμεσα στον Ανδρόνικο Β’ και του εγγονού του, Ανδρόνικου, και υπήρξε το όριο μεταξύ των δύο αντιπάλων τελώντας υπό την κατοχή του τελευταίου.
Το Μάρτιο του 1356 ή 1357, σύμφωνα με ένα χρυσόβουλο του αυτοκράτορα Ιωάννη Ε' Παλαιολόγου, παραχωρήθηκαν τα κάστρα της Χριστούπολης και της Θάσου στα αδέρφια μέγα πριμικήριο Αλέξιο και πρωτοσέβαστο Ιωάννη. Ο Αλέξιος πέθανε το 1373 και ο Ιωάννης παρέμεινε άρχων της πόλης μέχρι το 1384, όταν εκάρη μοναχός στη Μονή Παντοκράτορος στο Άγιο Όρος. Το 1387 η πόλη έγινε φόρου υποτελής στους Τούρκους που πλέον είχαν επικρατήσει σε όλα τα Βαλκάνια. Η εξέλιξη αυτή δεν έσωσε την πόλη που το 1391 κατελήφθη μετά από πολιορκία από τους Τούρκους και καταστράφηκε ολοκληρωτικά. Τότε η Χριστούπολη έπαψε να υπάρχει και ξαναζωντάνεψε ενάμιση αιώνα μετά, με το όνομα «Καβάλα».
Στο μεταξύ οι Οθωμανοί έχτισαν ξανά το κάστρο, σχεδόν εκ θεμελίων, το 1425. Καθώς δεν υπήρχε πια πόλη, το έργο δεν συνδέεται με τις αμυντικές ανάγκες κάποιου οικισμού. Προορισμός του ήταν κυρίως ο έλεγχος του καίριου περάσματος της Εγνατίας οδού, που ήταν η πιο σημαντική δίοδος προς τη Θράκη και την τότε πρωτεύουσά τους Ανδριανούπολη. Τέσσερις μήνες μετά το χτίσιμο του κάστρου, το 1425, 10 βενετσιάνικες γαλέρες επιτέθηκαν και το κατέλαβαν, αλλά οι Τούρκοι κινητοποιήθηκαν και κατόρθωσαν να το πάρουν πίσω κάμπτοντας την αντίσταση της μικρής φρουράς που είχαν αφήσει οι Ενετοί. Το 1684 οι Ενετοί βομβάρδισαν την Καβάλα κι επιχείρησαν να την καταλάβουν, χωρίς όμως επιτυχία. Το 1771, στα Ορλωφικά, η Καβάλα λεηλατήθηκε από το ρωσικό στόλο, ο οποίος πλησίασε την πόλη κι άρπαξε όλα τα σιτηρά που υπήρχαν στις ιδιωτικές και δημόσιες αποθήκες του λιμανιού.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Ακολουθώντας τη διαμόρφωση του εδάφους, ο οχυρωματικός περίβολος περιέτρεχε όλες τις πλευρές του λόφου οριοθετώντας έκταση 13 εκταρίων. Ενισχυόταν από κυκλικούς και τετράπλευρους πύργους και προμαχώνες, κυρίως στη βόρεια χερσαία πλευρά, που ήταν και η πλέον επίφοβη. Τον περιμετρικό περίβολο κλείνει ένα εγκάρσιο τείχος, μήκους 449 μέτρων που ανηφορίζει με απότομη κλίση στα πιο δυσπρόσιτα βράχια της βόρειας πλευράς σε ύψος 64 μέτρων. Το τείχος διέθετε τέσσερις πύλες, διαμέσου των οποίων εξασφαλιζόταν η μετακίνηση εντός και εκτός της πόλης. Στο πλαίσιο των εργασιών ανοικοδόμησης που πραγματοποιήθηκαν για την ενίσχυση του αμυντικού συστήματος της πόλης, ιδρύθηκε, στην κορυφή του λόφου και στη θέση της αρχαίας ακρόπολης, η ακρόπολη της Βυζαντινής και Οθωμανικής περιόδου.
Η οχύρωση της ακρόπολης, είναι ακανονίστου σχήματος και συμπεριλαμβάνει το βόρειο τμήμα των οχυρωματικών τειχών της πόλης, ενώ ενισχύεται από δύο τετράγωνους πύργους στη ΒΔ και στη ΒΑ γωνία, στην Α πλευρά από έναν πολυγωνικό και στη ΝΑ πλευρά από έναν προμαχώνα. Ο χώρος διαιρείται εσωτερικά σε δύο μέρη από ένα εγκάρσιο τείχος με κατεύθυνση ΒΔ-ΝΑ, στο κέντρο του οποίου (το ψηλότερο σημείο της ακρόπολης) δεσπόζει ένας κυλινδρικός πύργος. Μέρος του αμυντικού συστήματος της πόλης αποτελούσε και το μακρό τείχος, μήκους 1,5 χλμ. που χτίστηκε σύμφωνα με τις γραπτές πηγές από τον Ανδρόνικο Β’ Παλαιολόγο, το διάστημα 1307-1308. Το τείχος αυτό κτίστηκε με αφορμή την ανεπιτυχή επιδρομή των Καταλανών (της περιβόητης και ανεξέλεγκτης Καταλανικής Εταιρείας μισθοφόρων) να καταλάβουν την Καβάλα, και είχε ως βασικό σκοπό τον έλεγχο της διαδρομής που οδηγούσε μέσω της Καβάλας από τη Μακεδονία στη Θράκη. Το διατείχισμα αυτό ξεκινούσε από τη βόρεια πλευρά του περιβόλου της πόλης και οδηγούσε στους απέναντι λόφους καταλήγοντας σε τέσσερις πύργους, τρεις τετράπλευρους κι έναν κυλινδρικό. Η πορεία του τείχους διακοπτόταν από το υδραγωγείο.
Επίσκεψη στο Φρούριο
Το κάστρο είναι ανοικτό στο κοινό. Οι επισκέπτες μπορούν να επισκεφθούν το κεντρικό κυκλικό πύργο, την αποθήκη πυρομαχικών και τροφίμων που αργότερα μετατράπηκε σε φυλακή, το φυλάκιο όπου διέμεναν οι αξιωματικοί και η φρουρά καθώς και τη δεξαμενή νερού. Μέσα από ψηφιακές οθόνες αφής μπορούν να περιηγηθούν στο χώρο, ενώ στο αναψυκτήριο που λειτουργεί εντός του φρουρίου μπορούν να δοκιμάσουν πιάτα της τοπικής κουζίνας. Από τον εσωτερικό και εξωτερικό περίβολο του κάστρου, η θέα της πόλης είναι μοναδική. Κατά διαστήματα στο υπαίθριο θέατρο εντός του φρουρίου διοργανώνονται διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Πρόσβαση και ώρες λειτουργίας
Στο φρούριο μπορεί κάποιος να φτάσει με τα πόδια ακολουθώντας τη διαδρομή Κουντουριώτου – Θ. Πουλίδου – Μ. Αλή Ανθεμίου – Φειδίου, με τρενάκι που αναχωρεί μπροστά από το κεντρικό κατάστημα της Εθνικής Τράπεζας και εκτελεί δρομολόγια από Δευτέρα έως Σάββατο ή με ταξί. Για την είσοδο των επισκεπτών στο φρούριο, υπάρχει εισιτήριο που η τιμή του εξαρτάται από την περίοδο επίσκεψης και τις τυχόν εκπτώσεις που κάποιος μπορεί να δικαιούται. Το Φρούριο είναι ανοικτό καθημερινά από τις 08:00 π.μ. έως τις 21:00 μ.μ. (1/5-30/9), 17:00 μ.μ. (1/10-31/10), 16:00 μ.μ. (1/11-31/3) και 20:00 μ.μ. (1/4-30/4).
Πηγή: Καστρολόγος
GPS Συντεταγμένες 40.93435, 24.41523