Image not available

Translate English Version

Πανηγύρι Αγίου Ιωάννη

Το Πανηγύρι του Αγίου Ιωάννου στο χωριό Βρουκούντα της Καρπάθου. Από την Αυλώνα της Καρπάθου ξεκινάει μονοπάτι από το οποίο, μετά από μιάμιση ώρα ποδαρόδρομο ο προσκυνητής φθάνει στον Αϊ -Γιάννη τον Βαπτιστή. Εδώ ένα μεγάλο ξύλινο στέγαστρο από κορμούς δένδρων δεσπόζει στην άκρη του ακρωτηρίου και χαρίζει τη σκιά του στην υπαίθρια τραπεζαρία. Σε ειδικά διαμορφωμένες κλιμακωτές χωμάτινες ταράτσες οι ντόπιοι εναποθέτουν τα μπαγκάζια τους και να απλώνουν τα στρωσίδια τους καθώς θα κοιμηθούν όλοι κατάχαμα. Μια σκάλα σκαλισμένη πάνω βράχο, στη κόψη του γκρεμνού, είκοσι μέτρα πάνω από τη θάλασσα, οδηγεί στην σπηλιά όπου είναι κτισμένο το μικρό παρεκκλήσι του Αϊ-Γιάννη του Βαπτιστή. Το πανηγύρι ξεκινάει με το «καθιστό γλέντι» και με το «συρματικό» τραγούδι με στίχους από τον ακριτικό κύκλο και από ηρωικά τραγούδια και συνεχίζεται με μαντινάδες στις οποίες ο λυράρης συνοδεύει τον τραγουδιστή και επαναλαμβάνει δυνατά τους στίχους, ώστε να κάνει κατόπιν το ίδιο και όλη η παρέα. Στη συνέχεια αρχίζει ο «κάτω χορός», ένας πολύ αργός χορός που τον ξεκινάει ο αρχιγλεντιστής με μια ντάμα. Τα βήματα του, αργόσυρτα, δύο εμπρός ένα πίσω δεν τραβούν καθόλου την προσοχή, καθώς η περιστροφή γύρω από την κεντρική τραπεζαρία αργεί πολύ να ολοκληρωθεί. Κατά τη διάρκεια των μαντινάδων χορευτές ανεβαίνουν στη πίστα, οι άνδρες με τα κανονικά τους ρούχα και οι κοπελιές με τις πολύχρωμες τοπικές φορεσιές τους, τα κεφαλομάντηλα τους και τις «κολαϊνες» τους (τα περιδέραια με τα χρυσά νομίσματα). Δημιουργούν ένα ημικύκλιο, παρατεταγμένοι με τα χέρια σταυρωτά και κοιτάζουν προς το μέρος των γλεντιστών. Μεταξύ του κάτω χορού του «σιγανού» και του «πάνω χορού» μεσολαβεί ο «γονατιστός». Ο πρωτοσύρτης που οδηγούσε το χορό, τώρα έχει όλη τη ευχέρεια να κάνει τα τσαλιμάκια, τα τσακίσματά, τους αυτοσχεδιασμούς και τις φιγούρες του. Το σύστημα αυτό του χορού λέγεται «κάβος» από το όνομα του πρωτοσύρτη. Οι χορευτές, την ώρα της αλλαγής, πετούν χαρτονομίσματα στην πίστα. Στο τέλος οι προσκυνητές παραλαμβάνουν τεμάχια άρτου, τρατάρονται, σύμφωνα με το έθιμο, με τη πατροπαράδοτη ρεβιθάδα, με λουκουμάδες με μέλι και με φέτες από καρπούζι. Την δεύτερη μέρα της γιορτής στην Αυλώνα, στο χοροστάσι του χωριού, ολοκληρώνεται ο τριήμερος εορτασμός. Στο χοροστάσι πάνω σε ένα γιγάντιο τραπέζι στήνονται οι καρέκλες των μουσικών και γύρω οι καρέκλες των μερακλήδων. Στην εξέδρα κάθονται οι χορευτές που αναμένουν να μπουν στο χορό. Η τελευταία μέρα του πανηγυριού είναι οι μέρα των νέων όπου πρωτοχορεύουν κοριτσάκια κάτω των δέκα ετών με τις καλές τους φορεσιές. Η παρέα τραγουδά σε ντόπιους, σε ξενιτεμένους που επαναπατρίστηκαν, σε νεοφερμένους και στις «αγαπητικιές» των νέων που συμμετείχαν στις πατινάδες. Η πιο συγκινητική στιγμή του πανηγυριού είναι όταν η παρέα περνάει έξω από το Νεκροταφείο, τραγουδώντας μαντινάδες για αυτούς που έφυγαν.