Αγίου Νικολάου

Translate English Version

Αγίου Νικολάου

H νησίδα Άγιος Νικόλαος ή “νησάκι του Σικελιανού” βρίσκεται στην είσοδο της Λευκάδας. Η νησίδα με τα ρηχά τιρκουάζ νερά είναι προστατευμένη από τους ισχυρούς ανέμους και περιβαλλεται από μια απέραντη παραλία, με ελάχιστη βλάστηση. Στην ουσία όλο το νησί είναι μία παραλία. Το μοναδικό κτίσμα είναι το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου που γιορτάζει την πρώτη Κυριακή μετά τις 10 Μαΐου, την ανάμνηση της διέλευσης του Ιερού σκηνώματος του Αγίου Νικολάου από τη Λευκάδα το 1087. Οι πιστοί φτάνουν εκεί με μικρές βάρκες, τα πριάρια από την απέναντι ακτή.

Πηγές αναφέρουν ότι υπήρχε ιερό της Αινειάδος Αφροδίτης πάνω στα θεμέλια του οποίου χτίστηκε ο ναός. Επάνω στη νησίδα υπάρχει επίσης κελί που χρησιμοποιήθηκε από τους Ενετούς σαν λοιμοκαθαρτήριο στο πλαίσο προφύλαξης του πληθυσμού από επιδημίες.

Αυτή τη νησίδα λάτρεψε η Εύα Πάλμερ, σύζυγος του ποιητή μας Άγγελου Σικελιανού, και εκεί έζησαν μετά το γάμο τους (1907) ο Άγγελος Σικελιανός, η γυναίκα του και το παιδί τους, Γλαύκος. Μόνοι τους παρέα οι ψαράδες της περιοχής με τους οποίους άρεσε στον ποιητή να συζητά και να μοιράζεται εμπειρίες. Υπήρξε τόπος έμπνευσης για το μεγάλο μας ποιητή που εμπνεύστηκε και συνέγραψε τις μεγάλες του ποιητικές συλλογές. Κάποτε η Εύα θέλησε να αγοράσει τη νησίδα χωρίς όμως να τα καταφέρει. Εκεί όμως η οικογένεια έζησε τα καλύτερά της χρόνια. 

Ο Τ. Μαμαλούκας το 1951 (έτος που πέθανε ο Σικελιανός) έγραψε στην τοπική εφημερίδα «Λευκάς»: 

«Ο Σικελιανός με τη γυναίκα του ζούσαν χειμώνα καλοκαίρι σε μια σκηνή μια ζωή ροβινσώνων. Μια ανιψιά του Σικελιανού, μια υπηρέτρια, 3-4 ψαράδες – ιπποκόμοι και ένας μαύρος ήταν η συντροφιά και το προσωπικό τους. Ψάρεμα με τα δύο μονόξυλα, κυνήγι στην απέναντι Ακαρνανία και έφιπποι περίπατοι πάλι στην Ακαρνανία με τα δυο ταχύτατα Σέρβικα άλογά τους.

Η Εύα δεινή αμαζόνα, αληθινή της εποχής εκείνης αμαζόνα με τη χλαμύδα της που κυμάτιζε στον αέρα. Γιατί η Εύα ζούσε σαν αρχαία Ελληνίδα και έτσι ντυνότανε. Χλαμύδα που κρατούσε μια πόρπη στη μέση, σανδάλια και τα πλούσια κόκκινα μαλλιά της συγκρατούσε μια ταινία με μαιάνδρους. Ο κόσμος τους αγαπούσε και τους σέβονταν, μα όταν περνούσε η Εύα η περιέργεια κατανικούσε το σεβασμό και τρέχανε όλοι να την δουν. «Τρεχάτε η «ζόρκα» (γυμνή)».