Φωτο: © ALLOVERGREECE
Αμπελάκια
Τα Αμπελάκια είναι ένας παραδοσιακός οικισμός στην είσοδο της κοιλάδας των Τεμπών, χτισμένος αμφιθεατρικά στις βορειοδυτικές πλαγιές του όρους Όσσα (Κίσσαβος). Το χωριό γνώρισε μεγάλη άνθηση στο παρελθόν χάρη στην επεξεργασία και βαφή νημάτων με κόκκινο χρώμα που παρήγαγαν οι κάτοικοι από την επεξεργασία του φυτού ριζάρι. Αποτέλεσμα της άνθησης αυτής είναι τα μεγάλα αρχοντικά που αποτελούν εξαίρετα δείγματα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Μαζί με τα υπόλοιπα σπίτια του χωριού, τα γραφικά καλντερίμια, τις όμορφες εκκλησίες και τη γραφική πλατεία συνθέτουν ένα αξιόλογο οικιστικό σύνολο που παρά το πέρασμα των χρόνων και τη σημαντική μείωση του πληθυσμού, διατηρεί σε μεγάλο βαθμό στοιχεία της αίγλης του παρελθόντος και για το λόγο αυτό έχει κηρυχθεί διατηρητέος οικισμός.
Στα τέλη του 18ου αιώνα οι κάτοικοι των Αμπελακίων που επεξεργάζονταν κόκκινα νήματα τα οποία έβαφαν με βαφή από φυτικά χρώματα, αποφάσισαν να συνεταιριστούν για να αντιμετωπίσουν τον εξωτερικό ανταγωνισμό. Αρχικά δημιουργήθηκαν μικροί συνεταιρισμοί που το 1778 ενώθηκαν σε έναν μεγάλο συνεταιρισμό με πρόεδρο τον Γεώργιο Μαύρο. Ο συνεταιρισμός αποτέλεσε τον πρώτο οικονομικό οργανισμό θεμελιωμένο σε συνεταιριστική βάση και συνέβαλε στην εξαγωγή των προϊόντων στις Ευρωπαϊκές χώρες με αποτέλεσμα τα Αμπελάκια να γνωρίσουν μεγάλη ανάπτυξη και οικονομική άνθηση. Τότε κτίστηκαν πολλά αρχοντικά, πολλά εκ των οποίων έχουν αναπαλαιωθεί σήμερα και μερικά εξ’ αυτών έχουν μετατραπεί σε παραδοσιακούς ξενώνες.
Από τα πιο διάσημα αρχοντικά, είναι του Γεωργίου Σβαρτς (ή Μαύρου) που χτίστηκε το 1787 – 1798 και αποτέλεσε την έδρα της «Κοινής Συντροφίας» όπως λεγόταν τότε ο συνεταιρισμός των Αμπελακίων. Το αρχοντικό περιείχε εκτός των άλλων το ταμείο, το θησαυροφυλάκιο της εταιρείας στο ισόγειο και αίθουσα συνεδριάσεων στον πρώτο όροφο. Άλλα αξιόλογα αρχοντικά είναι του αδερφού του Γεωργίου Σβαρτς, Δημητρίου που χτίστηκε το 1803, του Ευθυμιάδη (1740) σπουδαίο δείγμα κλειστής αρχιτεκτονικής, του Σολωμού (1744) και του Κρασούλη (1797). Όλα τα αρχοντικά ξεχωρίζουν για την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική τους και τον πλούσιο εσωτερικό τους διάκοσμο. Αποτελούνται από το ισόγειο και δύο ορόφους με τον επάνω όροφο να έχει πολλά παράθυρα και προεξέχοντα σαχνισιά σε κάθε του πρόσοψη. Σήμερα το αρχοντικό του Μολά έχει ανακαινιστεί και φιλοξενεί το Λαογραφικό Μουσείο με μία πλούσια συλλογή από αντικείμενα καθημερινής χρήσης των κατοίκων του χωριού.
Στο συνεταιρισμό συμμετείχαν οι περισσότεροι από τους 6.000 κατοίκους του χωριού και αποτέλεσε εστία οικονομικής ισχύος σε μία δύσκολη περίοδο λόγω της τουρκικής καταπίεσης παρόλο που τα Αμπελάκια εκείνη τη περίοδο ήταν από εκείνα τα χωριά που είχαν κάποια προνόμια. Το χωριό κατοικούνταν μόνο από Έλληνες, οι οποίοι μπόρεσαν απρόσκοπτα να καλλιεργούν τα χωράφια τους και να ασκούν βιοτεχνικές δραστηριότητές, όπως την υφαντουργία, τη μεταξουργία, τη νηματοβαφή, την αμπελοκαλλιέργεια, κ.α. με τη προϋπόθεση να πληρώνουν φόρο υποτέλειας και όσο πλήρωναν ήταν ελεύθεροι να αυτοδιοικούνται.
Ο συνεταιρισμός διατηρήθηκε μέχρι το 1812 οπότε και διαλύθηκε. Οι κυριότεροι λόγοι που οδήγησαν στην διάλυση του, ήταν η εφεύρεση της ανιλίνης που παρήγαγε ίδιο αποτέλεσμα με το ριζάρι και ήταν φθηνότερη, οι συγκρούσεις μεταξύ των μελών του συνεταιρισμού και η υψηλή φορολογία που επέβαλε στους κατοίκους ο Αλή Πασάς. Παράλληλα μεγάλο πλήγμα δέχτηκε ο συνεταιρισμός από την πτώση της Ευρωπαϊκής οικονομίας λόγω των Ναπολεόντειων πολέμων.
Τα Αμπελάκια έγιναν οικισμός με αυτό το όνομα, μεταξύ 1454 και 1455 με πρωτοβουλία ενός Τούρκου τιμαριούχου, ο οποίος συγκέντρωσε στην περιοχή χωρικούς που δεν είχαν γη και τους έβαλε να ζήσουν και να δουλέψουν στα χωράφια της περιοχής του. Όσον αφορά την ονομασία του, κάποιοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι προέρχεται από το όνομα Αμφιλάκκια, δηλαδή ανάμεσα σε δυο λάκκους, ενώ πιο πιθανό φαίνεται το χωριό να οφείλει το όνομά του στα πολλά μικρά αμπέλια που καλλιεργούνταν κάποτε στη περιοχή.
Εκτός από το Λαογραφικό Μουσείο, άλλα αξιόλογα αξιοθέατα είναι οι εκκλησίες του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Αθανασίου (1881) καθώς και αυτή της Αγίας Παρασκευής δίπλα στην Επισκοπή. Από το χωριό, ξεκινούν όμορφες πεζοπορικές διαδρομές μέσα στη παρθένα φύση με αρκετά σημεία να προσφέρουν εκπληκτική θέα στο Θεσσαλικό κάμπο και τη κοιλάδα των Τεμπών. Γύρω από τη πλατεία του χωριού, υπάρχουν παραδοσιακές ταβέρνες και ένα καφενείο, ενώ ξενοδοχεία και ξενώνες υπάρχουν διάσπαρτα σε διάφορα σημεία του χωριού.
Πρόσβαση
Το χωριό απέχει 5 χιλιόμετρα από την Εθνική Οδό Αθηνών-Θεσσαλονίκης, 31 χιλιόμετρα από τη Λάρισα, 120 από τη Θεσσαλονίκη και 380 χιλιόμετρα από την Αθήνα. Για να φτάσετε στο χωριό η καλύτερη επιλογή ερχόμενοι είτε από Αθήνα είτε από Θεσσαλονίκη, είναι να βγείτε στην έξοδο του Ευαγγελισμού στο ύψος των Τεμπών και να ακολουθήσετε τη σήμανση. Από το σημείο εξόδου η απόσταση δεν είναι μεγάλη, ωστόσο ο δρόμος είναι ανηφορικός με πολλές και απότομες στροφές. Η είσοδος των τροχοφόρων εντός του οικισμού απαγορεύεται και για το λόγο αυτό υπάρχει μικρός χώρος στάθμευσης στην είσοδο του χωριού.
Εκκλησίες