
Λαογραφικό Μουσείο Σκοπέλου
Το Λαογραφικό Μουσείο Σκοπέλου, όπου βρίσκουν φιλόξενη στέγη οι υλικές μαρτυρίες του τόπου, ιδρύθηκε με σκοπό να προβάλλει τον πολιτιστικό πλούτο του νησιού και να δημιουργήσει έναν πνευματικό πυρήνα αντάξιο των παραδόσεων και της ιστορίας του. Το κτίριο όπου στεγάζεται σήμερα το Λαογραφικό Μουσείο, δωρήθηκε το 1991 από την οικογένεια Νικολαϊδη στο Δήμο Σκοπέλου. ο παλαιό κτίριο κτίσθηκε το 1795 και διατηρήθηκε μέχρι το 1963 οπότε κατά τη διάρκεια των μεγάλων τότε σεισμών στη Σκόπελο κατέρρευσαν ο πρώτος και ο δεύτερος όροφος του. Το 1971 το κτίσμα αναθεμελιώθηκε με βάση τα σχέδια του παλαιού κτιρίου και πήρε τη μορφή που έχει σήμερα, διατηρώντας όλα τα χαρακτηριστικά στοιχεία εσωτερικά και εξωτερικά του παραδοσιακού ύφους του οικισμού ο οποίος θεωρείτε νόμιμα διατηρητέος. Το Λαογραφικό Μουσείο Σκοπέλου άνοιξε τις πόρτες του στο κοινό τον Αύγουστο του 1992, δίνοντας έτσι πάλι ζωή με τη δραστηριότητα του στο παλιό αρχοντικό του προηγούμενου αιώνα. Με πολύ μεγάλη συγκίνηση άνοιξαν οι γιαγιάδες τα σεντούκια και απλόχερα προσέφεραν όλον εκείνον το θησαυρό που αποτέλεσε και το υλικό των συλλογών στο Μουσείο, όπου το καθένα αντικείμενο βρήκε τη σωστή του θέση. Στήθηκε λοιπόν ένα αρχοντικό σπίτι του προηγούμενου αιώνα που αν και η απουσία των νοικοκυρέων είναι αισθητή, έχει παρόλα αυτά κανείς την εντύπωση πως κάπου εκεί βρίσκονται και αργά ή γρήγορα θα ξεπροβάλλουν. Οι συλλογές του Μουσείου Σκοπέλου αποτελούνται από έναν αριθμό παραδοσιακών κεντημάτων φτιαγμένων στο χέρι που τοποθετημένα στο χώρο στολίζουν το καθιστικό, το τζάκι ή το χώρο της νυφικής κρεβατοκάμαρας όπου όλα τα προικιά της νύφης μοιάζουν άθικτα από το χρόνο. Ο χώρος στο ισόγειο καλύπτεται από το καθιστικό και το τζάκι. Ο καναπές στολίζεται από υπέροχα κεντήματα. Τα έπιπλα ξυλόγλυπτα, έργα του παραδοσιακού τεχνίτη του νησιού, συμπληρώνουν στο χώρο τη μεγαλοπρέπεια που του αρμόζει. Η νυφική κρεβατοκάμαρα με δίπλα της και τα υπόλοιπα εκθέματα του Μουσείου Η νυφική κρεβατοκάμαρα με την κούνια του μωρού και τις φασκιές δίπλα απλωμένες βρίσκονται στο δεύτερο όροφο του αρχοντικού. Οι άλλοι χώροι καλύπτονται από το δωμάτιο φιλοξενίας με καναπέδες της εποχής εκείνης, φτιαγμένους από μέρος κεντημάτων της νυφικής παραδοσιακής τους φορεσιάς. Εκτός από τα μεμονωμένα αντικείμενα, υπήρξε η φροντίδα να αναδειχτεί και η λειτουργία λαϊκών εργαστηρίων στο νησί. Το υλικό που συγκεντρώθηκε είναι αρκετό και αντιπροσωπεύει τους λαϊκούς και παραδοσιακούς τεχνίτες του νησιού οι οποίοι στο διάβα τους δημιούργησαν την ιστορία της λαϊκής τέχνης του νησιού και οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι δεν είναι λίγοι εκείνοι των οποίων οι οικογένειες ήρθαν και έκαναν αυτή τη μεγάλη προσφορά, υλική μαρτυρία για τον τόπο τους. Μια εξαιρετική συλλογή κεραμικών, μαχαιριών, μικρών πιστών αντιγράφων καραβιών, πίνακες και άλλα έργα γοητεύουν με την κατασκευή τους και το μεράκι με το οποίο φτιάχτηκαν. Το υπόγειο του Λαογραφικού Μουσείου καλύπτεται από μια μικρή συλλογή αγροτικών εργαλείων και είδη καθημερινής οικιακής χρήσεως. Ο καναπές και δίπλα από αυτόν δείγμα της περίφημης Σκοπελίτικης φορεσιάς, η οποία μάλιστα ήταν η φορεσιά εκείνη που φορούσε η κοπέλα που κρατούσε την Ελληνική σημαία στους Ολυμπιακούς Αγώνες στην Ατλάντα. Το Λαογραφικό Μουσείο Σκοπέλου είναι ένας ζωντανός οργανισμός, μια καρδιά που κτυπά, για τους κατοίκους του νησιού, οι οποίοι με την πίστη τους σε αυτό και την αμέριστη συμπαράσταση τους προσπαθούν να κρατήσουν ακέραιες τις παραδόσεις τους και να τις μεταδώσουν στις επόμενες γενιές. Το λαογραφικό Μουσείο διοργανώνει πολλές εκδηλώσεις και διάφορα εκπαιδευτικά προγράμματα. Το παράρτημα Λυκείου Ελληνίδων συμπληρώνει και αυτό με τη σειρά του το κύκλο της παράδοσης με τη διατήρηση των παραδοσιακών χωρών. Το Λαογραφικό Μουσείο επίσης έχει ξεκινήσει μια προσπάθεια για τη συλλογή εθνολογικών και λαογραφικών στοιχείων για το νησί της Σκοπέλου, όπως παλαιές φωτογραφίες και άλλα πολλά. Ο ρόλος του Λαογραφικού Μουσείου της Σκοπέλου αποβλέπει στην αναπαράσταση της ιστορίας του νησιού συμμετέχοντας με τον τρόπο του στην εκπαίδευση, συνδέοντας το παρελθόν με το παρόν, ενώ συγχρόνως συμβάλλει στην εθνική συνείδηση και διαφύλαξη της πολιτιστικής ταυτότητας του τόπου μας αποπνέοντας εκείνο το λεπτό άρωμα του ρομαντισμού και των ήρεμων εικόνων που έχουν πια οριστικά χαθεί.