Φωτο: © Argyris Pafilis
Γεφύρι Κορομηλιάς
Το γεφύρι της Κορομηλιάς βρίσκεται ένα περίπου χιλιόμετρο βόρεια από το ομώνυμο χωριό. Παλιά, συνέδεε την Κορομηλιά με το Δενδροχώρι γεφυρώνοντας τον Βίστριτσα ή Λαδοπόταμο ή Λιβαδοπόταμο, ένα παραπόταμο του Αλιάκμονα. Προπολεμικά από εκεί περνούσε ο πιο σύντομος δρόμος που οδηγούσε από την Καστοριά προς τη Μπίγλιστα και την Κορυτσά, στην Αλβανία. Στο γεφύρι αναφέρεται και ο Νικόλαος Σχινάς στις "Οδοιπορικές σημειώσεις" του 1886 (σελ. λθ'): "Ο ποταμός αυτός (Βιστρίζα)... κατερχόμενος δε παρέχεται του 2 1/2 ώρας της Καστορίας απέχοντος, χωρίου Κορομηλιά, παρ' ώ και λίθινη γέφυρα..." .
Δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία για την ιστορία του γεφυριού αφού το χωριό πριν την ανταλλαγή των πληθυσμών κατοικούνταν από Μουσουλμάνους. Οι σημερινοί κάτοικοι, που ήταν πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία εγκαταστάθηκαν στην περιοχή μεταγενέστερα. Σύμφωνα με τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Θράκης Δημήτρη Σαμσάρη στο βιβλίο του για την Ιστορική Γεωγραφία της Δυτικής Μακεδονίας κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, για το κτίσιμο του γεφυριού χρησιμοποιήθηκαν υλικά από προγενέστερη αρχαία γέφυρα που προϋπήρχε στην ίδια θέση. Η διαφορά ανάμεσα στις παλιές και νέες πέτρες που αποτελούν την λιθοδομή του γεφυριού είναι ορατή και εμφανής, κυρίως λόγω της διαφοράς του χρώματος.
Σύμφωνα με εγχάρακτη πέτρα, τοποθετημένη στο τόξο, το γεφύρι κατασκευάστηκε το 1865. Είναι μονότοξο, με λιθοδομή από ασβεστόλιθο, που αφθονεί στην περιοχή. Οι άλλες σφηνοειδείς πέτρες που σχηματίζουν το τόξο είναι σχιστολιθικές μαυρόπλακες και μόνο το κλειδί και η εγχάρακτη πέτρα ξεχωρίζουν με την άσπρη επιφάνεια του ασβεστόλιθου. Στο δυτικό βάθρο της νοτιοδυτικής όψης και στο ανατολικό βάθρο της βορειοανατολικής όψης, λείπουν ανά μια εντοιχισμένη πλάκα. Από τα κενά που φαίνονται, είναι φανερό ότι στα σημεία εκείνα υπήρχαν πλάκες που αφαιρέθηκαν. Το γεφύρι παρουσιάζει διαμήκεις ρωγμές στην αψίδα του τόξου, αν και οι όψεις και το οδόστρωμα είναι συντηρημένα. Τα σιδερένια κάγκελα που στηρίζονται σε τσιμεντένια κολονάκια και το τσιμεντένιο κατάστρωμα προστέθηκαν το 1960 όταν έγινε η συντήρηση του γεφυριού.
Πηγή: Cyberοτσαρκα