Δήλος

Translate English Version

Δήλος

Υπολογίζεται ότι γύρω στο 90 π.Χ. στο μικρό αυτό νησί, που δεν είναι παρά μια κουκίδα στο χάρτη της Μεσογείου, κατοικούσαν περίπου 30.000 άνθρωποι. Από τις αναθηματικές επιγραφές και τα ταφικά μνημεία της Ρήνειας φαίνεται ότι εκτός από τους Αθηναίους και τους Ρωμαίους, που αποτελούν την πλειονότητα του πληθυσμού, στη Δήλο κατοικούν άνθρωποι από την Πελοπόννησο, την Κεντρική και Δυτική Ελλάδα, τη Μακεδονία, τα νησιά του Αιγαίου, τη Θράκη και τον Εύξεινο Ποντο, την Ταυρική Χερσόνησο, την Τρωάδα, τη Μυσία, την Αιολίδα, την Ιωνία, τη Λυδία, την Καρία, τη Λυκία, τη Βιθυνία, την Παφλαγονία, τον Πόντο, την Καππαδοκία, την Πισιδία, την Παμφυλία, την Κιλικία, τη Συρία, τη Μηδία, την Κύπρο, την Αίγυπτο, την Κυρήνη, την Αραβία. 

Όλοι αυτοί συνυπάρχουν ειρηνικά, υιοθετούν τον ελληνικό τρόπο ζωής, μιλούν και γράφουν ελληνικά, κατοικούν σε ελληνικά σπίτια, κτίζουν ιερά στα οποία λατρεύουν τους θεούς τους χωρίς κανένα ιδιαίτερο πρόβλημα, εργάζονται και διασκεδάζουν μαζί, ενώ τα παιδιά τους φοιτούν στο ίδιο Γυμνάσιο, παίζουν και γυμνάζονται μαζί στις ίδιες παλαίστρες. 

Οι Έλληνες ποτέ δεν είχαν τον φανατισμό των μονοθεϊστικών θρησκειών. Ήταν πάντα πρόθυμοι να δεχθούν ότι ο θεός που λάτρευε ο γείτονάς τους ήταν κι αυτός θεός, πολύ συχνά μάλιστα ένας από τους δικούς τους θεούς με άλλο όνομα. Ο Απόλλωνας, μετά από κάποιους αρχικούς δισταγμούς, δέχεται να μοιραστεί την γενέτειρά του με τον Σάραπι , την Ίσιδα, τον Αρποκράτη και τον Άνουβι, με τον Θεό του Ισραήλ και τους θεούς των Αράβων, με την Ατάργατη και τον Αδάδ, τους θεούς της Ασκαλώνος και της Ιάμνειας. 

Έτσι για πρώτη ίσως φορά στην ανθρώπινη ιστορία σ’ αυτή τη μικρή γωνιά της γης συνυπάρχουν ειρηνικά όλοι σχεδόν οι λαοί της Μεσογείου. Τα πλοία που έφταναν διαρκώς στα λιμάνια της Δήλου δεν έφερναν μονάχα εμπορεύματα, αλλά και ανθρώπους και νέα και ιδέες από όλες σχεδόν τις παραλιακές πόλεις της Μεσογείου. Ο τότε κόσμος έμοιαζε να είναι μια μικρή γειτονιά γύρω από τη Μεσόγειο που τους ένωνε και μας ενώνει. Τη Μεσόγειο, όπου η μυστικιστική Ανατολή και η Δύση της δράσης και της προόδου συναντώνται με την Ελλάδα του λόγου, του μέτρου και της αρμονίας, το χώρο που ο νους κι η καρδιά συνυπάρχουν αρμονικά, όπου η αγάπη της ζωής και η υποταγή στο πεπρωμένο εξισορροπούνται.

Η Δήλος, μια βραχονησίδα, μόλις 5 χμ. μήκους και 1300 μ. πλάτους, ήταν στην αρχαιότητα Ιερό νησί, επειδή εδώ γεννήθηκε ο Απόλλωνας και η Άρτεμις, δύο από τους πιο σημαντικούς θεούς του Ελληνικού πανθέου. Βρίσκεται στην καρδιά του Αιγαίου, στο κέντρο των Κυκλάδων που σχηματίζουν κυκλικό χορό γύρω της - "εστία των νήσων" την ονομάζει ο Καλλίμαχος (3ος αι. π.Χ.), δηλαδή βωμό και κέντρο των νησιών. 

Οι παλιότεροι κάτοικοι της Δήλου έκτισαν (γύρω στο 2.500 π.Χ.) τις ελλειψοειδείς καλύβες τους στην κορυφή του Κύνθου (113 μ. ύψος), από όπου, στις ταραγμένες και ανασφαλείς εκείνες εποχές, μπορούσαν εύκολα να εποπτεύουν και να ελέγχουν τη μικρή κοιλάδα και τη θάλασσα ολόγυρα. Οι Μυκηναίοι, που ήλθαν γύρω στα τέλη του 15ου αιώνα π.Χ., έχοντας ήδη εδραιώσει την κυριαρχία τους στο Αιγαίο, αισθάνθηκαν αρκετά ασφαλείς ώστε να εγκατασταθούν στην μικρή κοιλάδα πλάι στη θάλασσα. Το Απολλώνιο Ιερό, εδραιωμένο ήδη από τους Ομηρικούς χρόνους, έφθασε στη μεγαλύτερη ακμή του στη διάρκεια των αρχαϊκών (7ος-6ος αι. π.Χ.) και κλασικών (5ος-4ος αι. π.Χ.) χρόνων. Έλληνες απ’ όλο τον τότε ελληνικό κόσμο συγκεντρώνονταν στο νησί για να λατρέψουν τον θεό του φωτός Απόλλωνα και την δίδυμη αδελφή του Άρτεμη, θεά της Σελήνης. 

Από το τέλος του 5ου αι. π.Χ., υπήρχαν ήδη λίγες κατοικίες και αγροικίες γύρω από το Ιερό. H πόλη, που σήμερα αντικρίζει ο επισκέπτης, αναπτύχθηκε μέσα σε λίγες δεκαετίες μετά το 166 π.Χ., όταν οι Ρωμαίοι, που ρύθμιζαν πλέον τις τύχες του Αιγαίου, κήρυξαν ατέλεια για το λιμάνι της Δήλου. Πλούσιοι έμποροι, τραπεζίτες και εφοπλιστές απ’ όλο τον τότε γνωστό κόσμο εγκαταστάθηκαν στο νησί προσελκύοντας ένα μεγάλο πλήθος οικοδόμων, τεχνιτών, γλυπτών και ψηφωτών, που έκτισαν γι’ αυτούς πολυτελείς κατοικίες, διακοσμημένες με τοιχογραφίες, ψηφιδωτά δάπεδα και αγάλματα. Το μικρό νησί πολύ σύντομα έγινε το maximum emporium totius orbis terrarum (Festus), δηλαδή το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο της οικουμένης. 

Υπολογίζεται ότι στις αρχές του 1ου αι. π.Χ. σ’ αυτό το μικρό νησί, που δεν είναι παρά μια κουκίδα στο χάρτη της Μεσογείου, κατοικούσαν περίπου 30.000 άνθρωποι και ότι στα λιμάνια του ήταν δυνατόν να διακινηθούν κάθε χρόνο 750.000 τόνοι εμπορευμάτων. 

Ο πλούτος που συγκεντρώθηκε στο νησί και οι φιλικές σχέσεις των Δηλίων με τη Ρώμη ήταν η κύρια αιτία της καταστροφής. Η Δήλος καταστράφηκε και λεηλατήθηκε δυο φορές: το 88 π.Χ. από τον βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη, που ήταν σε πόλεμο με τους Ρωμαίους, και το 69 π.Χ. από τους πειρατές του Αθηνόδωρου, σύμμαχου του Μιθριδάτη. Από τότε το νησί έπεσε σε παρακμή και σταδιακά εγκαταλείφθηκε. 

Οι ανασκαφές, που άρχισαν το 1872 και συνεχίζονται ακόμη, έχουν αποκαλύψει το Ιερό και ένα μεγάλο μέρος της κοσμοπολίτικης ελληνιστικής πόλης.

Περιγραφή Αρχαιολογικού Χώρου:

Ο σύγχρονος επισκέπτης αποβιβάζεται σε μια μικρή τεχνητή χερσόνησο ανάμεσα στο Ιερό Λιμάνι, σκεπασμένο κατά το μεγαλύτερο μέρος σήμερα από τα μπάζα των ανασκαφών της Γαλλικής Σχολής στις αρχές του 20ου αιώνα και στα Εμπορικά Λιμάνια. Περνώντας από την στην Πλατεία των Κομπεταλιαστών, μια από τις αγορές της αρχαίας πόλης με δύο ναίσκους του Ερμή, και ακολουθώντας την Ιερή Οδό που σχηματίζεται ανάμεσα σε δύο στοές φθάνει στα Προπύλαια του Ιερού. Αμέσως δεξιά των Προπυλαίων είναι ο Οίκος των Ναξίων και η τεράστια μαρμάρινη βάση του κολοσσικού αγάλματος του Απόλλωνα, τμήματα του οποίου μπορεί να δει κανείς στο είναι Ιερό της Άρτεμης. Βόρεια από τη βάση είναι οι τρεις ναοί του Απόλλωνα και απέναντι τους ο Κερατών, πανάρχαιος βωμός που, σύμφωνα με την παράδοση, οικοδομήθηκε από τον ίδιο τον Απόλλωνα. Οι πέντε Οίκοι ή Θησαυροί, στέγαζαν πολύτιμα αφιερώματα των πόλεων. H Στοά που αφιέρωσε στο θεό ο βασιλιάς των Μακεδόνων Αντίγονος Γονατάς γύρω στο 250 π.Χ. αποτελεί το βόρειο όριο του Ιερού. Στο Ιερό περιλαμβάνονται επίσης τα διοικητικά κτήρια της πόλης: το Βουλευτήριον, το Πρυτανείον και το Εκκλησιαστήριον. Το μακρόστενο Μνημείο με τους Ταύρους οικοδομήθηκε στα τέλη του 4ου αι. π.Χ. για να στεγάσει μια τριήρη, αφιέρωμα του Δημήτριου του Πολιορκητή. 

Η βόρεια έξοδος του Ιερού είναι ανάμεσα στη Γραφή και το Εκκλησιαστήριο. Στο Δωδεκάθεο βρέθηκαν σημαντικά αρχαϊκά αγάλματα των δώδεκα θεών, που μπορεί κανείς να δει στο Μουσείο. Απέναντι στο Μνημείο του Γρανίτη είναι το Λητώον, ναός του 6ου αι. π.Χ. αφιερωμένος στη μητέρα των δύο θεών, και πίσω από αυτό η Αγορά των Ιταλών, χώρος συνάντησης των Ιταλών εμπόρων, που οικοδομήθηκε γύρω στο 100 π.Χ. Οι Λέοντες, αφιέρωμα των Ναξίων γύρω στο 600 π.Χ., ήταν τοποθετημένοι στη μια πλευρά της λεωφόρου που ξεκινούσε από το αρχαϊκό λιμάνι του Σκαρδανά και οδηγούσε στο Ιερό. Στο μεγάλο κτήριο στεγαζόταν ο σύλλογος εμπόρων τραπεζιτών και πλοιοκτητών από την Βηρυτό. Βορειότερα είναι μία από τις νεότερες συνοικίες της αρχαίας πόλης. Τα μαγαζιά στα ανατολικά του Ιδρύματος των Ποσειδωνιαστών και στην Αγορά της Λίμνης είναι εργαστήρια, αρτοπώλια και οινοπώλια.

Η Οικία της Λίμνης είναι ένα τυπικό παράδειγμα κατοικίας του τέλους του 2ου αι. π.Χ. Τα δωμάτια αναπτύσσονται γύρω από μια κεντρική υπαίθρια αυλή που περιβάλλεται από στοές. Κάτω από το κεντρικό τμήμα της αυλής υπάρχει μεγάλη δεξαμενή στην οποία συγκεντρωνόταν το νερό της βροχής από τη στέγη. Στο ισόγειο είναι οι χώροι υποδοχής και εστίασης, το μαγειρείο, το αποχωρητήριο, άλλοι βοηθητικοί χώροι του σπιτιού και τα δωμάτια των σκλάβων. Στον επάνω όροφο ήταν τα ιδιαίτερα δωμάτια των ιδιοκτητών και τα δωμάτια των γυναικών. Κοντά στην Οικία της Λίμνης είναι η Παλαίστρα του Γρανίτη και η Παλαίστρα της Λίμνης. Και οι δύο Παλαίστρες αποτελούνται από μια κεντρική αυλή γύρω από την οποία είναι στοές, χώροι άθλησης, εξέδρες για συζητήσεις, αποδυτήρια, λουτρά, αποχωρητήρια κλπ. 

Περνώντας πλάι στην Ιερή Λίμνη, που επιχώθηκε το 1925, μετά από μια επιδημία ελονοσίας, και την Αγορά των Ιταλών φθάνουμε στην μεγάλη λεωφόρο βόρεια του Ιερού. Οι επισκέπτες που έχουν περισσότερο χρόνο μπορούν, συνεχίζοντας αυτό το δρόμο προς τα ανατολικά, να επισκεφθούν το Αρχηγέσιον, το Γυμνάσιον, το Στάδιον, τη Συνοικία του Σταδίου και τη Συναγωγή.

Η Μινώα Κρήνη ήταν ένα στεγασμένο τετράγωνο πηγάδι του 6ου αι. π.Χ. Απέναντι από το ανατολικό άκρο της Στοάς του Αντιγόνου ο Καρύστιος, ο οποίος είχε νικήσει ως χορηγός θεατρικής παράστασης (γύρω στο 300 π.Χ.) αφιέρωσε στο Διόνυσο ένα φαλλό πάνω σε ψηλή βάση με ανάγλυφες παραστάσεις του θεού και των συνοδών του. Τον 2ο αιώνα διαμορφώθηκε πλάι στη βάση ο ναΐσκος του θεού με μορφή απλής εξέδρας και τοποθετήθηκε συμμετρικά ένας δεύτερος φαλλός στο άλλο άκρο. Στο εσωτερικό της εξέδρας ήταν τοποθετημένο άγαλμα γυμνού Διόνυσου, καθισμένου νωχελικά σε θρόνο, ανάμεσα σε δύο αγάλματα ηθοποιών με κουστούμι Παπποσιληνού (Μουσείο). Βόρεια του μνημείου είναι κατοικίες και καταστήματα και ο δρόμος που οδηγεί στο Μουσείο Δήλου, στο οποίο φυλάσσονται τα ευρήματα από τις ανασκαφές Δήλου, που περιλαμβάνουν (ολόκληρα ή τμήματα) περίπου 30.000 αγγεία, ειδώλία, μικροαντικείμενα, 8.000 γλυπτά, 3.000 επιγραφές. Το μεγαλύτερο μέρος των γλυπτών και ένα μικρό μέρος των αγγείων και των μικροαντικειμένων εκτίθενται στις έντεκα αίθουσες του Μουσείου. 

Στα νότια του Μουσείου ένα σύγχρονο μονοπάτι, κατασκευασμένο πάνω από τις συνοικίες που δεν έχουν ανασκαφεί, οδηγεί στο Ιερό των Συρίων Θεών και το Ιερό των Αιγυπτίων Θεών. Ο ναΐσκος που διακρίνεται από μακριά είναι ο Ναός της Ίσιδας με το άγαλμα της Θεάς ακόμη στο εσωτερικό του. Το Ιερό της Ήρας είναι σε ένα ειδικά διαμορφωμένο άνδηρο στους πρόποδες του Κύνθου. Στην πλαγιά του λόφου είναι το Ιερό της Αγαθής Τύχης και το Άντρο του Ηρακλή, μια φυσική χαράδρα στεγασμένη με τεράστιους γρανιτόλιθους. Μια μεγάλη σκάλα, εν μέρει λαξευμένη στο φυσικό βράχο, οδηγεί στην κορυφή του Κύνθου, στο Ιερό του Δία και της Αθηνάς, απ όπου έχει κανείς μια εξαιρετική θέα στις Κυκλάδες ολόγυρα.

Η Οικία με τα Δελφίνια και η Οικία με τα Προσωπεία είναι πλούσιες ιδιωτικές κατοικίες με θαυμάσια ψηφιδωτά δάπεδα. Μετά τον Ξενώνα και το Θέατρο με την εντυπωσιακή δεξαμενή, μπαίνει κανείς στον κεντρικό δρόμο της συνοικίας του Θεάτρου, της παλιότερης συνοικίας της αρχαίας πόλης. Η Οικία με την Τρίαινα είναι η πλούσια κατοικία ενός εμπόρου ή πλοιοκτήτη. Στην Οικία με τον Διόνυσο βρέθηκε το εξαιρετικό ψηφιδωτό του θεού Διόνυσου που ιππεύει μια τίγρη (Μουσείο), ενώ στην Οικία της Κλεοπάτρας σώζονται τα αγάλματα των ιδιοκτητών. 

Ο στενός, πλακοστρωμένος δρόμος οδηγεί πίσω στην Αγορά των Κομπεταλιαστών, απ’ όπου ξεκίνησε η περιήγηση.