Σκήτη Αγίου Ανδρέου

Translate English Version

Σκήτη Αγίου Ανδρέου

Η Σκήτη του Αγίου Ανδρέα (Σεράϊ) υπάγεται στη Μονή Βατοπεδίου και βρίσκεται 500 περίπου μέτρα από τις Καρυές. Ιδρύθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα και από το  1953 στεγάζεται εκεί η επανασυσταθείσα Αθωνιάδα Ακαδημία. Πρόκειται για ένα μεγαλοπρεπές συγκρότημα κτηρίων ρωσικού ρυθμού που η αρχιτεκτονική του παραπέμπει σε αρχαιοπρεπείς βυζαντινούς ναούς. Τα σχέδια του ναού είναι του Ρώσου αρχιτέκτονα Μ. Σουρουπώφ.

Εκεί όπου σήμερα υψώνονται τα επιβλητικά κτίρια της Ιεράς Σκήτεως του Αγίου Ανδρέου, υπήρχε ήδη από το 10ο αιώνα η Μονὴ «τοῦ Ξύστρη» ἢ «Ξὲστου» με συνεχή λειτουργία μέχρι το 15ο αιώνα, όταν και καταστράφηκε από πειρατικές επιδρομές. Το 1768, ο παραιτηθείς Οικουμενικός Πατριάρχης, Σεραφείμ, ο β΄, κατεδάφισε ένα Κελί που προϋπήρχε και έκτισε καινούργιο, αφιερωμένο εις τον Μέγαν Αντώνιο και εις τον Απόστολο Ανδρέα. Ο Πατριάρχης που είχε καθιερώσει τη μνήμη του Αγίου Ανδρέα ως θρονική εορτή του Πατριαρχείου, έκτισε μεγαλοπρεπή ναό προς τιμή του Αποστόλου  κατά μίμηση της Μεγάλης Εκκλησίας του Θεού Σοφίας στη Κωνσταντινούπολη. Ο ναός και ερείπια από το Κελί διατηρούνται ως σήμερα απέναντι από το Καθολικό.

Το 1841 παρέλαβαν το Κελί οι Ρώσοι Μοναχοί Βησσαρίων και Βαρσανούφιος και το 1842 προστέθη ο Ιερομόναχος Θεοδώρητος.  Το 1849 επί Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ανθίμου Ϛ.΄, το Κελί μετατράπηκε σε  «Κοινοβιακὴ Σκήτη», με πρώτον Δικαίον τον Ιερομόναχο πλέον Βησσαρίωνα. Το 1856 η Σκήτη ενώθηκε με το γειτονικό Κελί του Αγίου Βασιλείου και το 1867 θεμελιώθηκε ναός προς τιμήν του Αποστόλου Ανδρέου. Τον ναό εγκαινίασε το 1900 ο παραιτηθείς Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωακείμ Γ.΄ παρισταμένων πολλών επισήμων Ρώσων, εκπροσώπων της Αυλής, διπλωματών, πολιτικών και ανώτατων αξιωματικών.

Στις αρχές του 20ού αιώνα η σκήτη αριθμούσε γύρω στους 800 Ρώσους μοναχούς. Εκείνη την εοχή υπήρχε ένα τυπογραφείο, ένα φαρμακείο και ένα σιδεράδικο, το οποίο εξυπηρετούσε όχι μόνο τους μοναχούς της Σκήτης, αλλά και όλο το Άγιο Όρος. Τα αποτελέσματα όμως του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και της Ρωσικής Επανάστασης ήταν ολέθρια για το μέλλον της Σκήτης. Με τους αναπόφευκτους θανάτους των Γερόντων Μοναχών και τη δυσκολία προσέλευσης νέων μοναχών από τη Σοβιετική Ένωση, ο αριθμός της αδελφότητας μειώθηκε σημαντικά. Μία πυρκαγιά που ξέσπασε στις 3 Ιουλίου του 1958 αποτέφρωσε τη δυτική πτέρυγα της Σκήτης και κατέστρεψε τη μεγάλη βιβλιοθήκη στην οποία υπήρχαν σπουδαία χειρόγραφα, ενώ το 1971 πέθανε και ο τελευταίος Ρώσος μοναχός Σαμψών.

Το 1992 μετά από 2 δεκαετίες μαρασμού και εγκατάλειψης, εγκαταστάθηκε στη Σκήτη νέα ελληνόφωνη συνοδεία. Το 2001 μάλιστα προστέθηκαν αρκετοί νέοι μοναχοί. Σήμερα στη Σκήτη λειτουργεί υπερσύγχρονο εργαστήριο συντήρησης έργων τέχνης. Ο κύριος ναός θεωρείται από τους μεγαλύτερους των Βαλκανίων με μήκος 60 μέτρα, πλάτος 33 και ύψος 29 μέτρων. Είναι χτισμένος από γρανίτη και έχει 150 παράθυρα. Έχει ξύλινο επιχρυσωμένο τέμπλο που κατασκευάστηκε στην Οδησσό και εικόνες ζωγραφισμένες από έξοχους Ρώσους αγιογράφους. Ανάμεσα στα ιερά λείψανα που έχουν διατηρηθεί είναι μέρος της Κάρας του Αποστόλου Ανδρέα, που φυλάσσεται σε μια όμορφη λειψανοθήκη (κατασκευαστής Ν. Προύντνικοφ, Μόσχα), τμήματα λειψάνων των Οσίων Σεργίου του Ράντονεζ και του Σεραφείμ Σαρώφ, τοποθετημένα σε μεγάλες εικόνες. Πάνω από την Ωραία Πύλη υπάρχει μια σειρά με τους Αγίους της Σκήτης και η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, "Ελεούσας". Το καμπαναριό της Σκήτης είναι γοτθικού ρυθμού με ύψος 37 μέτρα και επάνω σε αυτό υπήρχαν 25 καμπάνες, η μεγαλύτερη από τις οποίες ζύγιζε 5 τόνους.